28 Σεπ 2007

The Reason

Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται «γιατί παίζω βιντεοπαιχνίδια»; Η απάντηση στους περισσότερους (αν όχι σε όλους) είναι μάλλον προφανής: γιατί είναι ένα είδος διασκέδασης. Δε θα μπορούσα να προβάλω καμία διαφωνία σε αυτή την απάντηση, αυτή όμως είναι μια πολύ μικρή εξήγηση για να μπορέσει να προσδιορίσει το μέγεθος της αλήθειας που κρύβεται πίσω από αυτήν την πρόταση

Όπως σε όλα τα χόμπι, έτσι και στα βιντεοπαιχνίδια θα πρέπει να υπάρξει ένα πρώτο σημείο επαφής. Το δικό μου ήταν πιθανότατα το ίδιο με όλους τους συνομήλικους μου οι οποίοι τυχαίνει να ασχολούνται με τα βιντεοπαιχνίδια: τα coin-ops (νεοελληνικά: ηλεκτρονικά, μπλιμπλικια, ουφαδικα κτλ, you get the point!!! ). Η μαγεία των βιντεοπαιχνιδιών μου χτύπησε την πόρτα πολύ νωρίς, στην ηλικία των 5 ετών. Τότε για πρώτη φορά άρχισα να παίζω pacman, βάζοντας τα κλασσικά 20αρικα στην τρυπούλα, πατώντας το κόκκινο κουμπάκι και παίζοντας με εκείνη την μικρή κίτρινη μπαλίτσα που έτρωγε κουφέτα! Αργότερα ήρθε το bubblebobble, το OutRun, το ποδοσφαιρακι – τραπεζάκι, το street fighter II, το mortal kombat μέχρι που ήρθε η στιγμή να αποκτήσω την πρώτη μου κονσόλα: ένα Game Gear, το γνωστό έγχρωμο φορητό της SEGA. Φυσικά τότε ήταν η εποχή που μεσουρανούσε το GameBoy της Nintendo, αλλά εγώ ήμουν πάντα SEGικος και μου άρεσε πιο πολύ η εικόνα του Sonic να τρέχει παρά του Μario που ήταν αργός και βαρούσε τούβλα. Γούστα είναι αυτά…

Όπως και όλοι όσοι ακολούθησαν από τότε την βιομηχανία, συνεχίζω να ασχολούμαι πλέον φανατικά (σε σημείο παρεξηγήσεως ίσως) με τα βιντεοπαιχνίδια. Το θέμα είναι «γιατί;». Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι πλέον μια συνήθεια, ίσως και εξάρτηση, η οποία κυλάει στο αίμα μου. Θα μπορούσε κάποιος άλλος να πει ότι είναι κάτι το οποίο έχω μάθει να κάνω καλά και δεν αφήνω. Θα μπορούσε επίσης να πει κανείς ότι αυτό έχω επιλέξει να κάνω. Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά ισχύουν. Το μεγάλο κίνητρο όμως είναι άλλο.

Για να είναι ένα παιχνίδι επιτυχημένο θα πρέπει να κάνει κάτι καλά. Εάν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή ιστορικά και δούμε τα πρώτα παιχνίδια, πχ το Pong, θα δούμε ότι ο πυρήνας ενός παιχνιδιού είναι η πρόκληση. Για να είναι καλό ένα παιχνίδι θα πρέπει να προκαλεί τον παίκτη να κάνει κάτι, και η διαδικασία της πρόκλησης θα πρέπει να είναι έτσι δομημένη ώστε ο παίκτης να έχει κίνητρο για να συνεχίσει να ασχολείται με το παιχνίδι, τόσο ώστε να εκπληρώσει τον στόχο του. Στο pong τα πράγματα ήταν απλά: ένα παιχνίδι τένις μεταξύ δυο αντιπάλων, όπου ο καθένας δε θα έπρεπε να αφήσει την μπάλα (ή μάλλον το pixel) τα περάσει τα όρια της περιοχής του. Από εκεί και πέρα τα πράγματα άρχισαν να εξελίσσονται. Στο frogger έπρεπε να περάσει ο παίκτης τον βάτραχο απέναντι, ξεπερνώντας τα διάφορα φορτηγά στον δρόμο, ποτάμια και ξύλα. Στο pacman έπρεπε να φάει όλες τις κουκίδες της πίστας χωρίς να τον φάνε τα φαντασματακια. Στο Defender έπρεπε να καταρρίψεις όλους τους πυραύλους πριν αυτοί σου κάνουν ρημαδιό την βάση. Βλέπουμε λοιπόν ότι ο πυρήνας είναι ο ίδιος: πρόκληση – διαδικασία – στόχος. Όλο αυτό το concept λοιπόν εστιάζεται στην λέξη που γνωρίζουν όλοι σαν gameplay, το πώς δηλαδή παίζεται ένα παιχνίδι, την διαδικασία που περνάει ο παίκτης παίζοντας έναν τίτλο.


Ένα από τα πολύ σημαντικά στοιχεία ενός παιχνιδιού είναι ο κόσμος του. Το τι πραγματεύεται, το που αναφέρεται και το τι δίνει στον παίκτη να κάνει και να ζήσει. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλά από τα πιο πετυχημένα παιχνίδια στην ιστορία της βιομηχανίας είναι παιχνίδια όπου ο κόσμος τους ήταν κάτι το εντελώς διαφορετικό από αυτό που οι περισσότεροι από εμάς ονομάζουν πραγματικότητα. Παιχνίδια σαν το Zelda, το Mario, το Sonic, το Bladurs Gate, το Planescape: Torment (ακόμα να βρω εκείνη την αναθεματισμένη γνήσια κόπια), το HALO, το Half-Life είναι παιχνίδια τα οποία δεν βασίζονται στην πραγματική ζωή, αλλά σε ένα εντελώς φανταστικό κόσμο και σενάριο. Το πιο σημαντικό όμως είναι το γεγονός ότι αυτά τα παιχνίδια καταφέρνουν να κάνουν τον παίκτη μέρος του κόσμου τους, μετατρέποντας έτσι την πραγματική φαντασία τους σε φανταστική πραγματικότητα για τον παίκτη. Αυτό όμως το καταφέρνουν μέσα από την εξέλιξη της διαδικασίας του gameplay, όντας σωστά δομημένα και παρουσιάζοντας την πρόκληση ή τις επιμέρους προκλήσεις που βάζουν στον παίκτη έτσι ώστε να τον ιντριγκαρουν, να του δώσουν κίνητρο και σε τελική φάση να τον επιβραβεύσουν για τον κόπο του και την επιμονή του. Στην ουσία είναι μια πολύ απλή λογική. Όσοι όμως έχουν ασχοληθεί σοβαρά με τα βιντεοπαιχνίδια ξέρουν πως δεν υπάρχει τίποτα το απλό όσων αφορά την σωστή δομή και εξέλιξη του gameplay μέσα σε ένα παιχνίδι.

Αυτό που πάντα υποστήριζα και πίστευα είναι το εξής: ότι τα βιντεοπαιχνίδια είναι ένα μέσο το οποίο δίνει την ευκαιρία στον παίκτη να ζήσει καταστάσεις και εμπειρίες τις οποίες δεν πρόκειται ποτέ να ζήσει στην αληθινή ζωή, μέσα όμως από μια διασκεδαστική διαδικασία, μέσα από μια εμπειρία προσπάθειας και επιβράβευσης. Ουσιαστικά τα βιντεοπαιχνίδια, εξιστορώντας πραγματικά όμορφες και δυνατές ιστορίες, δίνουν την ευκαιρία σε κάποιον να διασκεδάσει αλλάζοντας τον εαυτό του, μετατρέποντας τον σε μέρος ενός κόσμου τον οποίο μόνον αυτά μπορούν να προσφέρουν.

Δυστυχώς τα βιντεοπαιχνίδια στην σημερινή εποχή έχουν πέσει στην ίδια παγίδα που έχει πέσει και ο κινηματογράφος: έχουν κορεστει. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου οι εμπειρίες μας ως παίκτες είναι περίπου οι ίδιες κάθε φορά που κυκλοφορεί ένας νέος τίτλος. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου η εξέλιξη των βιντεοπαιχνιδιών έχει στραφεί πιο πολύ στον τεχνικό τομέα και όχι στο πώς θα εμπλουτιστεί η εμπειρία του παίκτη μέσα από αυτά. Όπως είπε και ένας πολύ σημαντικός αρθρογράφος του EDGE, τα γραφικά έχουν σταματήσει να εξελίσσουν το gameplay. Από την στιγμή που περάσαμε στην 3D εποχή, τα παιχνίδια φόρεσαν την ταμπέλα του ρεαλισμού, και το μόνο που προσπαθούν να κάνουν πλέον είναι να προσφέρουν μια ρεαλιστική εμπειρία, ξεχνώντας ένα βασικό πράγμα: ότι ο ρεαλισμός είναι ένα πολύ σχετικό πράγμα σε αυτό το χόμπι. Ένας τίτλος είναι ρεαλιστικός όταν κάνει τον παίκτη να πιστέψει στον κόσμο του, όταν τον κάνει να αισθανθεί μέρος αυτού του κόσμου. Έτσι λοιπόν είναι πολύ πιο ρεαλιστικός ένας τίτλος σαν το Zelda: Ocarina of Time από ότι το Rainbow Six: Vegas, και ας έχει το τελευταίο φοβερή φυσική και αληθινές τρύπες από σφαίρες στους τοίχους.

Το κακό είναι ότι και οι ίδιοι οι παίκτες έχουν δώσει το δικαίωμα στους developers να κοιτάν προς την λάθος κατεύθυνση. Όταν ο παίκτης ζητάει πιο ρεαλιστικές φάτσες, πιο ρεαλιστικά όπλα, πιο ρεαλιστικούς ήχους, ο developers θα προσπαθήσει να κάνει ακριβώς αυτό. Για αυτόν τον λόγο βλέπουμε τίτλους οι οποίοι είναι σχεδόν όμοιοι: γιατί οι ίδιοι οι παίκτες τους ζητάν. Δυστυχώς οι περισσότεροι δεν μπορούν να καταλάβουν πως είναι σημαντικότερο για έναν τίτλο να σε κάνει μέρος της ιστορίας του παρά το να δείχνει σε πραγματικό χρόνο την αλλαγή στην έκφραση του προσώπου του περαστικού όταν βλέπει την σφαίρα να περνάει από δίπλα του. Αυτό έχει να κάνει και με την παιδεία που έχουν οι παίκτες όσων αφορά την βιομηχανία. Έχει δηλαδή να κάνει με το κατά πόσο είναι συνειδητοποιημένοι οι ίδιοι οι πελάτες των εταιριών παραγωγής, οι ίδιοι οι παίκτες που θα αγοράσουν έναν τίτλο για να τον παίξουν. Και έχει να κάνει με τον να ξέρουν τι ζητάνε, αλλά και τι είδους παιχνίδια παίζουν και θέλουν να παίξουν.

Έτσι λοιπόν φτάνουμε στην αρχική ερώτηση: γιατί παίζει κάποιος βιντεοπαιχνίδια; Γνώμη μου είναι ότι πέρα από ένα πολύ όμορφο και επικερδές (ειδικότερα ως προς την πρακτική σκέψη, την εξάσκηση των νοητικών ικανοτήτων του παίκτη και την διασκέδαση του) χόμπι, είναι και μια ευκαιρία για τον άνθρωπο να ξεφύγει από την καθημερινότητα του, να ξεφύγει από την ρεαλιστική ζωή τους και να γίνει μέρος ενός κόσμου τον οποίο θα εξερευνήσει και θα κατακτήσει. Κι ενώ πολλοί θα πουν ότι ακόμα και ένα βιβλίο μπορεί να προσφέρει τα παραπάνω, η αλήθεια είναι ότι ενώ το βιβλίο είναι αξεπέραστο στην διαμόρφωση της φαντασίας, δεν θα μπορέσει ποτέ να προσφέρει στον άνθρωπο αυτό το οποίο προσφέρουν τα βιντεοπαιχνίδια: τον ρόλο του πρωταγωνιστή. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο παίζω βιντεοπαιχνίδια.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλογραμμένο άρθρο. Εύγε.

Στην τελευταία παράγραφο θα συμπλήρωνα ότι παίζει ρόλο και το interactivity.Όσο για τον Μr. Biffo δίκιο έχει αλλά υπάρχει χώρος και για την αληθοφάνεια όσο και για την φαντασία...Δν είναι μονόδρομος το ενα από αυτά.
Τέλος, οι λόγοι ενασχόλησης διαφέρουν μεταξύ ειδών gamers.Άλλοι το βλέπουν ααπλά ως μέσον να περάσει λίγο ευχάρισστα η ώρα τους , άλλοι πιο σοβαρά κτλ. με όλες τις ενδιάμεσες διαβαθμίσεις.

Keep up the good work

Ανώνυμος είπε...

Αυτό που λες για τη βιομηχανία και τον λάθος δρόμο που έχει πάρει είναι και θέμα συμφερόντων. Εάν η Epic δεν βγάλει π.χ. την Unreal Engine 3 και επικεντρωθεί στο gameplay ποιός θα ενδιαφερθεί να αγοράσει την τελευταία GeForce;

Πάντως πάνω στο θέμα αυτό έχεις δίκιο, εγώ περισσότερη πόρωση ένιωσα παίζοντας Undying παρά Bioshock.

Ανώνυμος είπε...

Για τον λόγο που παίζουμε VGs και τώρα που "ωριμάσαμε" συμφωνώ απόλυτα. Μας αρέσουν...μας διασκεδάζουν τέλειωσε Very Happy Καθείς με τα γούστα του. Αυτό μας έκατσε σε μερικούς -περισσότερο ή λιγότερο άλλο αυτό- και μας κράτησε και μας κέρδισε